Βρετανία: Πού οφείλεται η αστάθεια της οικονομίας – Πόσο πιθανό είναι να προκαλέσει παγκόσμια ύφεση

Μετά την ανακοίνωση του μίνι προϋπολογισμού της βρετανικής κυβέρνησης την Παρασκευή 23 Σεπτεμβρίου, η στερλίνα βρέθηκε στο κέντρο του κυκλώνα. Στις αρχές της εβδομάδας η ισοτιμία της σε σχέση με το δολάριο έπεσε στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων δεκαετιών, ενώ όπως υπογράμμιζαν οι οικονομικοί αναλυτές ήταν σαν να υποτιμήθηκε σχεδόν 5%.

Σιγά-σιγά ανέκαμψε αλλά η αστάθεια της βρετανικής οικονομίας εξακολουθεί να προκαλεί έντονη ανησυχία στις αγορές. Είναι χαρακτηριστικό πως βρετανικοί οργανισμοί που δανείζουν χρήματα για στεγαστικά δάνεια, ανακοίνωσαν ότι «παγώνουν» τα τραπεζικά τους προϊόντα, καθώς οι αναλυτές εκτιμούν ότι το επιτόκιο της Τράπεζας της Αγγλίας μπορεί την επόμενη χρονιά να φτάσει ή ακόμη και να ξεπεράσει το 6%. Ενώ μόλις τον Μάρτιο του 2020 ήταν 0,1%.

Παράλληλα, η κυβέρνηση της Λιζ Τρας δέχεται έντονη κριτική όχι μόνο από την αντιπολίτευση αλλά και από βουλευτές του κόμματός της. Μάλιστα, βρετανικά δημοσιεύματα υποστηρίζουν ότι ήδη κάποιοι από αυτούς έχουν στείλει επιστολές μομφής κατά της Βρετανίδας πρωθυπουργού στο αρμόδιο όργανο των Συντηρητικών.

Σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο καθηγητής Οικονομικών των Αγορών και Επιχειρήσεων στα Πανεπιστήμια Αθηνών και Κέιμπριτζ κ. Χρήστος Πιτέλης εξηγεί γιατί η στερλίνα βρέθηκε σε κάθετη πτώση, ενώ εκτιμά πως η αστάθεια στη βρετανική οικονομία δεν μπορεί να προκαλέσει μια γενικότερη παγκόσμια ύφεση. Μεταξύ άλλων, ερωτηθείς πόσο δύσκολος θα είναι ο φετινός χειμώνας για τα βρετανικά νοικοκυριά αλλά και τα νοικοκυριά των υπόλοιπων χωρών της Ευρώπης, ο Χρήστος Πιτέλης απαντά «πολύ».

Ο Χρήστος Πιτέλης είναι οικονομολόγος, καθηγητής Οικονομικών των Αγορών και Επιχειρήσεων στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και στο Queens’ College του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ. Έχει διατελέσει διευθυντής του Centre for International Business and Management (CIBAM) του ίδιου πανεπιστημίου, ενώ συχνά καλείται από διεθνείς οργανισμούς, κυβερνήσεις και επιχειρήσεις ως σύμβουλος. Το ερευνητικό του έργο και τα βιβλία του που έχουν δημοσιευτεί από διεθνείς εκδοτικούς οίκους αποτελούν σημεία αναφοράς.

Κύριε Πιτέλη, στις 23 Σεπτεμβρίου όταν η βρετανική κυβέρνηση ανακοίνωσε τον μίνι προϋπολογισμό της, η στερλίνα βρέθηκε σε κάθετη πτώση. Γιατί συνέβη αυτό;

Ο κύριος λόγος είναι ότι ο μίνι προϋπολογισμός μειώνει τους φόρους. Η μείωση αυτή δημιουργεί ένα κενό στα κρατικά έσοδα. Για να καλυφθεί το κενό χρειάζεται επιπλέον δανεισμός, με αποτέλεσμα να αυξάνεται το χρέος. Η αύξηση του χρέους πιέζει τις τιμές των προϊόντων προς το πάνω (πληθωρισμός), αλλά και τα επιτόκια των κρατικών ομολόγων, με αποτέλεσμα να μειώνεται η εμπιστοσύνη των διεθνών αγορών προς τη στερλίνα.

Η πτώση της στερλίνας αλλά και η γενικότερη αστάθεια της βρετανικής οικονομίας, πόσο μπορεί να επηρεάσει την παγκόσμια οικονομία; Συμμερίζεστε την άποψη ότι η αστάθεια στη βρετανική οικονομία μπορεί να προκαλέσει μια γενικότερη παγκόσμια ύφεση;

Σε εποχή γενικευμένης αστάθειας, η αστάθεια της βρετανικής οικονομίας δεν βοηθάει. Αλλά δεν θεωρώ ότι μπορεί να προκαλέσει μια γενικότερη παγκόσμια ύφεση, πάρα μόνο σε συνδυασμό με αλλους σημαντικότερους παράγοντες. Η πτώση της στερλίνας εχει αρνητικά, αλλά και θετικά για τη βρετανική οικονομία. Όπως, για παράδειγμα, τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς των τιμών της, την προσέλκυση τουριστών, τις φθηνότερες τιμές ακίνητων για αγοραστές σε δολάρια, κ.λπ. Να θυμηθούμε ότι στην Ελλάδα χρειαστήκαμε υποτίμηση μισθών επειδή δεν είχαμε το εργαλείο της υποτίμησης του νομίσματος λόγω της ΟΝΕ. Επίσης, η βρετανική οικονομία δεν είναι καθοριστικά μεγάλη και συγκριτικά δεν έχει πολύ υψηλό χρέος.

Τι πρέπει να κάνουν η Τράπεζα της Αγγλίας, αλλά και η βρετανική κυβέρνηση για να σταθεροποιηθεί η βρετανική οικονομία;

Η Τράπεζα της Αγγλίας και κάθε κεντρική Τράπεζα έχει δύο βασικά μελήματα: Τον έλεγχο του πληθωρισμού και τη σταθερότητα του χρηματοοικονομικού συστήματος.

Σε συνθήκες ύφεσης και χαμηλού πληθωρισμού, η Τράπεζα ακολουθεί πολιτικές ποσοτικής χαλάρωσης, μειώνοντας π.χ. τα επιτόκια και αγοράζοντας κρατικά ομόλογα για να ενισχύσει τη ρευστότητα. Όταν όμως έχουμε υψηλό πληθωρισμό, όπως αυτός που βιώνουμε, η Τράπεζα κάνει το αντίθετο. Στην παρούσα συγκυρία έχουμε στασιμοπληθωρισμό. Δηλαδή, και υψηλό πληθωρισμό και χαμηλή ανάπτυξη. Με άλλα λόγια, μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα. Και αυτό γιατί πολύ απλά η αύξηση των επιτοκίων μειώνει τον πληθωρισμό, αλλά μειώνει και την ανάπτυξη. Ενώ από την άλλη, η εκπόνηση του μίνι προϋπολογισμού της βρετανικής κυβέρνησης βασικό στόχο έχει την αύξηση των επενδύσεων, δηλαδή την παρότρυνση για ανάπτυξη.

Η Τράπεζα της Αγγλίας, λοιπόν, για να αντιμετωπίσει αυτό το φαινόμενο κάνει και τα δύο. Από τη μια αυξάνει τα επιτόκια και από την άλλη αγοράζει ομόλογα. Αρκετοί οικονομολόγοι, όμως, θεωρούν ότι άργησε να αυξήσει τα επιτόκια και τώρα εχει πολύ μικρά περιθώρια ελιγμού.

Όπως και να έχει, κατά την άποψη μου, σε τέτοιες συνθήκες, απαιτούνται πιο καινοτομικές δράσεις. Όπως π.χ. γινόταν στο παρελθόν, όποτε η αύξηση επιτοκίων από την Κεντρική Τράπεζα οδηγούσε σε ανάλογες αυξήσεις από τις εμπορικές τράπεζες και έτσι σε μεγαλύτερες αποδόσεις των αποταμιεύσεων. Αυτό δεν γίνεται πλέον. Έτσι η διαφορά μεταξύ επιτοκίων δανεισμού και καταθέσεων είναι πολύ υψηλότερη. Με αποτέλεσμα από τη μια να χάνουν οι δανειζόμενοι και από την άλλη να μην κερδίζουν οι αποταμιευτές, μειώνοντας έτσι τα εισοδήματα και την κατανάλωση. Η κεντρική τράπεζα θα πρέπει να δίνει κίνητρα ώστε οι αυξήσεις να δίνονται και στους αποταμιευτές.

.

  

ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ:      ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΤΕ: