Τα σκαμπανεβάσματα των epωτικών σχέσεων και πώς να τα χειρίζεσαι

Ζευγάρια που είναι χρόνια μαζί κι όμως κάθε τρεις και λίγο χωρίζουν για να τα ξαναφτιάξουν. Ζευγάρια που είναι χρόνια μαζί κι όμως κάθε τρεις και λίγο χωρίζουν για να τα ξαναφτιάξουν. Ζευγάρια που έχουν σχέση για λίγο και μετά ξαναβρίσκονται. Ζευγάρια που ποτέ δεν ξέρουν από πριν αν θα είναι μαζί την επόμενη μέρα ή την επόμενη εβδομάδα, και βρίσκουν έκπληκτοι τον εαυτό τους να είναι μαζί. Αυτό το μοτίβο του σκαμπανεβάσματος, τύπου «μια είμαστε μαζί μια δεν είμαστε», «τα φτιάχνουμε και τα χαλάμε, για να τα ξαναφτιάξουμε και να τα ξαναχαλάσουμε» βασανίζει πολλά ζευγάρια -και όχι μόνο εφηβικής ηλικίας!

Αν ρωτήσουμε ένα ζευγάρι που έχει χωρίσει και στη συνέχεια είναι πάλι μαζί γιατί συνέβη αυτό, το πιθανότερο είναι ότι θα απαντήσουν ότι υπήρχε κάποια αιτία χωρισμού -σημαντική ή ασήμαντη- αλλά στη συνέχεια συνειδητοποίησαν ότι δεν μπορούν ο ένας χωρίς τον άλλον, ότι αγαπιούνται, κι έτσι ξαναέσμιξαν. Αυτό όμως είναι ένα μέρος της ιστορίας, ίσως το πιο εύκολο κι επιφανειακό. Τις περισσότερες φορές που ένα ζευγάρι χωρίζει και τα ξαναφτιάχνει σε επαναλαμβανόμενους κύκλους υπάρχουν βαθύτερα αίτια, τα οποία πρέπει να αντιμετωπιστούν. Ας εξετάσουμε όμως τους λόγους για τους οποίους τα ζευγάρια χωρίζουν και ξαναβρίσκονται μαζί.

Αβεβαιότητα. Ένας από τους λόγους που πολλά ζευγάρια χωρίζουν και τα ξαναβρίσκουν και μπαίνουν σε αυτό το μοτίβο σχέσης είναι ότι δεν αισθάνονται σίγουροι ότι έχουν βρει το κατάλληλο άτομο για σύντροφό τους. Έτσι, ενώ βρίσκουν κάποια καλά στοιχείο στο ταίρι τους, στη συνέχεια ενοχλούνται από κάποια ελαττώματά του.

Η δυσκολία του να αξιολογήσουν τι μετράει περισσότερο γι’ αυτούς τους ίδιους τους κάνει να αμφιβάλουν για το αν πρέπει να είναι με το συγκεκριμένο άτομο ή όχι. Έτσι, όταν για παράδειγμα ένα άτομο αποτιμά τη σχέση του, πρέπει να αναρωτηθεί αν τα πέντε-έξι καλά στοιχεία του συντρόφου του έχουν περισσότερη αξία από ένα ελάττωμά του, ή το ελάττωμα αυτό είναι κατά τη γνώμη του τόσο σημαντικό, που δεν μπορεί να το αντέξει.

Ανασφάλεια. Ένας άλλος λόγος που τα ζευγάρια μπαίνουν στην κουραστική διαδικασία του να είναι μαζί, να χωρίζουν και να τα ξαναβρίσκουν είναι ότι αισθάνονται ανασφάλεια για το μέλλον. Αναρωτιούνται αν θα βρουν κάποιο άλλο άτομο με το οποίο να ταιριάζουν και φοβούνται ότι θα μείνουν μόνοι. Εδώ, πολλές φορές ισχύει η λογική του «κάλλιο πέντε και στο χέρι, παρά δέκα και καρτέρει». Το πρόβλημα δεν είναι βέβαια να επιθυμεί κανείς το καλύτερο για τον εαυτό του: το πρόβλημα είναι όταν δεν τον ικανοποιεί αυτό που έχει, επιθυμεί το καλύτερο, αλλά δεν κάνει τίποτα γι’ αυτό. Το αποτέλεσμα είναι ότι φεύγει από τον/την σύντροφό του, διερευνά άλλες πιθανότητες, αλλά μόλις απογοητευτεί επιστρέφει στο ίδιο άτομο.

Προσωπική αμφιβολία. «Είμαι αρκετά καλό και άξιο άτομο για να αγαπηθώ;» Είναι η ερώτηση που συχνά κάνουν τα άτομα που χωρίζουν και τα φτιάχνουν με τον ίδιο σύντροφο. Ωθούμενα από ενδόμυχους φόβους και αμφιβολίες για την προσωπική τους αξία, χρησιμοποιούν τον σύντροφό τους σαν ένα μέτρο της αξίας τους και της ικανότητάς τους να έχουν σχέση. Όμως, επειδή το βασικό τους πρόβλημα είναι οι αμφιβολίες για την αξία τους, χρειάζονται διαρκώς την επιβεβαίωση από τον/την σύντροφό τους. Έτσι, αν το ταίρι τους κάνει το λάθος και δεν τους κάνει ένα χατίρι, ή δεν απαντήσει όπως θα έπρεπε, τότε αυτό είναι αιτία για καβγά ή και χωρισμό. Όμως, επειδή είναι πλασματική και όχι πραγματική αιτία, το ζευγάρι αυτό θα τα ξαναβρεί λίγο αργότερα, και ο φαύλος κύκλος θα συνεχιστεί.

Ανωριμότητα. Παρόλο που κανένας ενήλικας δεν θέλει να το παραδεχτεί για τον εαυτό του, ωστόσο πολλές περιπτώσεις που τα ζευγάρια χωρίζουν και τα ξαναφτιάχνουν οφείλονται στην ανωριμότητα του ενός από τους δύο ή και των δύο μελών του ζευγαριού. Παρόλο που μπορεί και τα δύο αυτά άτομα να είναι επιτυχημένοι επαγγελματίες και να είναι άτομα ώριμα και συγκροτημένα σε άλλες πτυχές της ζωής τους, ωστόσο τα χαρακτηρίζει συναισθηματική ανωριμότητα. Έτσι, είτε δεν μπορούν να αντιληφθούν τις συναισθηματικές ανάγκες του άλλου, είτε δεν μπορούν να εκφράσουν τις δικές τους ανάγκες, είτε περιμένουν να λειτουργήσει η σχέση τους με μαγικό τρόπο, χωρίς να τη «δουλέψουν» και να το προσπαθήσουν.

Κρυμμένες απαιτήσεις. Συχνά, οι άνθρωποι ξεκινούν μια σχέση όμορφα κι απλά, επειδή τους αρέσει κάποιο άτομο. Όμως, πέρα από την πρώτη αυτή επιθυμία για τον άλλο, χρειάζεται και προσωπική συμβολή στη δημιουργία και εδραίωση μιας σταθερής σχέσης.

Το βασικό σημείο εκκίνησης είναι να υπάρχουν ξεκάθαρες απαιτήσεις μέσα σε λογικά πλαίσια, οι οποίες εκφράζονται και για τις οποίες συμφωνούν και τα δυο μέλη του ζευγαριού. Για παράδειγμα, όταν το ένα μέλος του ζευγαριού επιθυμεί γάμο, αλλά δεν το λέει ούτε το δείχνει και περιμένει να το μαντέψει το άλλο άτομο, το πιθανότερο είναι ότι δημιουργείται κάποια ένταση ή πρόβλημα, για το οποίο μόνο το ένα άτομο γνωρίζει.

Έτσι, ο ένας θυμώνει, κάνει μούτρα, φεύγει, χωρίς να λέει ξεκάθαρα τι είναι αυτό που τον ενοχλεί ή του λείπει, και ο άλλος, που δεν ξέρει τι φταίει, ακόμα κι αν θέλει κι επιθυμεί να διορθώσει την κατάσταση δεν μπορεί, γιατί έχει ελλιπείς πληροφορίες.

Παράλογες απαιτήσεις. Πρόκειται για μια κατηγορία την οποία κανείς δε θέλει να παραδεχτεί, ωστόσο είναι πολύ αληθινή και ισχύει για πολλούς ανθρώπους. Συχνά, οι άνθρωποι έχουν μια συγκεκριμένη ιδέα για ή απαίτηση από τον/την σύντροφό τους, η οποία είναι ικανή να μπλοκάρει όλη τη σχέση. Συχνά μάλιστα, λόγω των παράλογων αυτών απαιτήσεων το ζευγάρι χωρίζει και τα ξαναφτιάχνει, κάνοντας κύκλους.

Για παράδειγμα, σε μια ακραία μορφή, απαιτήσεις όπως αυτή ενός άντρας που δε θέλει η γυναίκα του να φοράει μίνι φούστες ή μιας γυναίκας που δε θέλει να δει ο άντρας της ούτε έναν ποδοσφαιρικό αγώνα, και αυτό γίνεται αιτία ατελείωτων καβγάδων, το πρόβλημα μάλλον εντοπίζεται βαθύτερα. Πέρα από το ότι αυτά τα άτομα έχουν παράλογες απαιτήσεις, στη βάση του προβλήματος βρίσκεται ένα προσωπικό πρόβλημα και μια ατομική δυσκολία διαχείρισης κάποιων δύσκολων ζητημάτων που κανείς πρέπει να αντιμετωπίσει προκειμένου να μπορέσει να διατηρήσει μια σχέση του.

Πώς μπορεί να σταματήσει ο φαύλος κύκλος του «χωρίζω και τα ξαναφτιάχνω;»

Όσο απλό και αν ακούγεται, για να λυθεί το πρόβλημα θα πρέπει να παραδεχτεί το ζευγάρι ότι κάνουν κάτι λάθος! Στη συνέχεια, θα πρέπει να ψάξει ο καθένας μέσα του για τους προσωπικούς λόγους που τον/την κάνουν να μένει και να επιστρέφει σε αυτή τη σχέση.

Αυτό που συμβαίνει συνήθως είναι ότι κανείς κατηγορεί τον άλλο και βλέπει τα λάθη του αλλουνού, αλλά όχι τις δικές του αδυναμίες. Σε αυτή την περίπτωση, για να πάει καλά είτε η συγκεκριμένη σχέση είτε κάποια μελλοντική σχέση, θα πρέπει κανείς να σταθεί απέναντι από τον ψυχολογικό καθρέφτη και να αντικρίσει ξεκάθαρα τον εαυτό του.

Αυτό δεν είναι πάντα εύκολο και ίσως χρειάζεται την καθοδήγηση ψυχολόγου. Ωστόσο, το αποτέλεσμα είναι ιδιαίτερα θετικό, γιατί το άτομο που μπαίνει σε μια τέτοια διαδικασία βγαίνει μαθαίνοντας να κάνει υγιείς και σταθερές σχέσεις.

 

sxeseis

Tags:
  

ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ:      ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΤΕ: