Ευρωπαϊκή αντοχή στον πόλεμο του αερίου

Ραντεβού με μια ενεργειακή καταστροφή είχε κλείσει για τον χειμώνα του ’23 η Ευρώπη, αλλά τα χειρότερα δεν ήρθαν ποτέ και η κύρια αιτία είναι μια παρατεταμένη καλοκαιρία: τη στιγμή που τα Χριστούγεννα οι μισές ΗΠΑ πάγωναν με χιονοθύελλες και πολικές θερμοκρασίες έως και -45 βαθμούς Κελσίου, στις Αλπεις τα χιονοδρομικά κέντρα λειτουργούσαν κυρίως με τεχνητό χιόνι.

Η πορεία του καιρού έγινε μέσα στον Δεκέμβριο του ’22 o βασικός δείκτης του οικονομικοπολιτικού κλίματος και τώρα οι αναλυτές των διεθνών οίκων αναδεικνύουν τις προβλέψεις των μετεωρολόγων για να δείξουν ότι και τον Ιανουάριο οι θερμοκρασίες στην Κεντρική Ευρώπη -πολύ περισσότερο σε χώρες του Νότου, όπως η Ελλάδα — θα είναι 2 έως 5 βαθμούς Κελσίου πάνω από το συνηθισμένο για την εποχή, μειώνοντας ανάλογα τη ζήτηση για θέρμανση. Το αποτέλεσμα ήταν άμεσο -η τιμή του φυσικού αερίου έχει μειωθεί κοντά στο 50% σε σχέση με τον Δεκέμβριο- στην ολλανδική αγορά, που λειτουργεί ως οδηγός για ολόκληρη την Ευρώπη.

Ωστόσο, οι διεθνείς αναλυτές σημειώνουν επίσης το αυτονόητο — οι προβλέψεις, ακόμα και των πλέον σύγχρονων μετεωρολογικών ινστιτούτων, ισχύουν μόνο για τις επόμενες δύο εβδομάδες. Κανείς δεν ξέρει τι θα συμβεί στη συνέχεια — οι ειδικοί εκτιμούν μάλιστα ότι η προαναγγελία μιας σοβαρής κακοκαιρίας στα τέλη του μήνα ή τον Φεβρουάριο θα μπορούσε να λειτουργήσει βραχυπρόθεσμα ως «εκτοξευτήρας» για τις τιμές της ενέργειας, επαναφέροντας την αβεβαιότητα στην οικονομία.


Η Ρεβυθούσα χαρακτηρίζεται ως ο «αφανής ήρωας» της ενεργειακής κρίσης στη γηραιά ήπειρο, καθώς βοήθησε την Ευρώπη να καλύψει τις ανάγκες της σε φυσικό αέριο

Προς το παρόν, ο καλός καιρός μειώνει τον πληθωρισμό, αφού ωθεί στην εκλογίκευση των τιμών της ενέργειας, αλλά δεν αποτελεί εγγύηση για την αποφυγή των ευρύτερων προβλημάτων στις οικονομίες που προκάλεσε η εισβολή του Βλαντιμίρ Πούτιν στην Ουκρανία. Ωστόσο, οι τελευταίες προβλέψεις τόσο για την «ευρωπαϊκή ατμομηχανή», τη Γερμανία, όσο και για τις ΗΠΑ, δεν κάνουν πλέον λόγο για ύφεση, αλλά για «πολύ σημαντική οικονομική επιβράδυνση», με το Βερολίνο να ισορροπεί γύρω στο 0% για το 2023, με προοπτική επανόδου σε αναπτυξιακούς ρυθμούς το 2024, όπως και η Ουάσινγκτον.

Μεσοπρόθεσμα, το στοίχημα των αγορών έχει να κάνει με τις κινήσεις της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας: η κίνηση της Fed να αυξήσει «μόνο» κατά 50 μονάδες βάσης τα επιτόκιά της τον Δεκέμβριο ώθησε πολλούς επενδυτές να στοιχηματίσουν ότι σχετικά σύντομα θα ελεγχθεί ο πληθωρισμός στις ΗΠΑ και θα αντιστραφεί η ανοδική πορεία τους προκειμένου να τονωθεί η ανάπτυξη. Κι αυτό, παρά τις προειδοποιήσεις της Fed ότι αυτή η στιγμή είναι ακόμα πολύ μακρινή — με την επισήμανση, μάλιστα, ότι το ζητούμενο σε αυτή τη φάση είναι μια «αδύναμη οικονομία», με ύφεση, απολύσεις και συμπίεση εισοδημάτων προκειμένου να τεθούν υπό έλεγχο οι αυξήσεις των τιμών. Το ίδιο ισχύει και για την Ευρώπη, όπου ο πληθωρισμός κατέγραψε μείωση τον Δεκέμβριο, αλλά τα επιμέρους στοιχεία δείχνουν ότι παραμένει «επίμονος» και σε κλάδους εκτός της ενέργειας και των τροφίμων.

Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, η Ελλάδα αποτελεί λαμπρή εξαίρεση: τα τουριστικά έσοδα αυξήθηκαν θεαματικά μέσα στο 2022, φέρνοντας ρυθμούς ανάπτυξης πάνω από 6% ( πίσω μόνον από την Ιρλανδία και την Πορτογαλία) και παρά το «κατέβασμα» των προβλέψεων από τους διεθνείς οίκους, κανείς δεν μιλά για πέρασμα στην ύφεση, αλλά για ανάπτυξη το 2023, που θα κινηθεί ωστόσο κάτω από το 2%. Τα στοιχεία για τον πληθωρισμό που ανακοινώθηκαν την Παρασκευή -στο 7,6%- δείχνουν ότι οριστικά η χώρα μπήκε σε διάδρομο κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, που είναι πια στο 9,2%. Παράλληλα, η Ελλάδα δεν αντιμετωπίζει προβλήματα ενεργειακής επάρκειας και, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, η τιμή λιανικής του ηλεκτρικού ρεύματος είναι πλέον κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.

.

  

ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ:      ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΤΕ: