Έρευνα DNA αποκαλύπτει νέα δεδομένα για την καταγωγή των σημερινών Κρητικών

Νέα δεδομένα για την καταγωγή των σημερινών Κρητικών, αλλά και την απώτερη προέλευση των αρχαίων πληθυσμών που κατοίκησαν στο νησί και στην Ελλάδα, δηλαδή Μινωιτών και Μυκηναίων αποκαλύπτει μία εξαιρετικά σημαντική έρευνα διεθνούς φήμης πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων, με τη συμβολή και Κρητικών επιστημόνων.

Ειδικότερα, πρόκειται για έρευνα του DNA, η οποία, σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση, αποκαλύπτει την προέλευση Μινωιτών και Μυκηναίων και τη στενή γενετική συγγένεια Μινωιτών, Μυκηναίων και σύγχρονων Ελλήνων. Η μελέτη είναι αποτέλεσμα συνεργασίας μιας διεθνούς ομάδας ερευνητών από το Πανεπιστήμιο της Ουάσινγκτον, την Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ στις ΗΠΑ και το Ινστιτούτο Μαξ Πλανκ για τη Μελέτη της Ανθρώπινης Ιστορίας στη Γερμανία, μαζί με αρχαιολόγους και άλλους συνεργάτες στην Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένου του Εθνικού Κέντρου Έρευνας Φυσικών Επιστημών «Δημόκριτος».

Αυτή η νέα μελέτη προωθεί τη γνώση μας γι’ αυτήν την κρίσιμη περίοδο, παρουσιάζοντας για πρώτη φορά γονιδιωματικά δεδομένα από 19 αρχαίους ανθρώπους από την ηπειρωτική Ελλάδα, την Κρήτη και τη νοτιοδυτική Μικρά Ασία.

Επικεφαλής συγγραφέας του άρθρου είναι ο Γεώργιος Σταματογιαννόπουλος, καθηγητής Γονιδιωματικών Επιστημών και Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Ουάσινγκτον. Το εν λόγω άρθρο δημοσιεύεται στο επιστημονικό περιοδικό «Nature». Τα αρχαία δείγματα προέρχονται από Μινωίτες της αρχαίας Κρήτης, Μυκηναίους από την ηπειρωτική Ελλάδα και ανθρώπους της Εποχής του Χαλκού από την Πισιδία στη νοτιοδυτική Μικρά Ασία.

Να αναφέρουμε ότι η επεξεργασία και εξαγωγή του DNA έγινε από τις ομάδες του καθηγητή Σταματογιαννόπουλου στο Πανεπιστήμιο Ουάσινγκτον, του καθηγητή Johannes Krause του Ινστιτούτου Μαξ Πλανκ και του καθηγητή David Reich της Ιατρικής Σχολής του Χάρβαρντ. Ο δρ. Ιωσήφ Λαζαρίδης, πρώτος συγγραφέας της μελέτης, ήταν κυρίως υπεύθυνος για τη στατιστική επεξεργασία και ανάλυση των νέων δεδομένων. Τα γενετικά δεδομένα συγκρίθηκαν μεταξύ τους και με περισσότερα από 330 άλλα αρχαία άτομα και 2.600 σύγχρονους ανθρώπους ανά την υφήλιο, για τους οποίους έχουν δημοσιευτεί προηγουμένως συγκρίσιμα γενετικά δεδομένα.

Σύμφωνα, λοιπόν, με τη μελέτη, Μινωίτες, Μυκηναίοι και σύγχρονοι Έλληνες μοιάζουν πολύ μεταξύ τους, αλλά δεν ήταν πανομοιότυποι. Οι Μινωίτες και οι Μυκηναίοι, αλλά και τα άτομα από την Πισιδία προέρχονται κυρίως από τους πρώτους νεολιθικούς αγροτοκτηνοτροφικούς πληθυσμούς της Ελλάδας και δυτικής Ανατολίας, αλλά και οι τρεις πληθυσμοί είχαν επιπλέον πρόσμιξη από ανατολικότερους πληθυσμούς παρόμοιους με τους αρχαίους κατοίκους του Καυκάσου, της Αρμενίας και του Ιράν, καταδεικνύοντας, σύμφωνα με τον Λαζαρίδη, ότι «υπήρξε κάποια επιπλέον πληθυσμιακή μετακίνηση από την Ανατολή μετά από την εποχή των πρώτων αγροτοκτηνοτροφικών πληθυσμών».

Αν και Μινωίτες, Μυκηναίοι και σύγχρονοι Έλληνες ήταν παρόμοιοι, οι Μυκηναίοι, σε αντίθεση με τους Μινωίτες, είχαν επιπροσθέτως εν μέρει προέλευση από τους αρχαίους κατοίκους της ανατολικής Ευρώπης και βόρειας Ευρασίας. Αυτός ο λεγόμενος «αρχαίος βορειο-ευρωασιατικός» πληθυσμός αποτελεί ένα από τα συστατικά και των σημερινών Ελλήνων, και η μελέτη δείχνει πως είχε επηρεάσει σε μικρό βαθμό και τους ανθρώπους της Μυκηναϊκής Περιόδου.

Σημειώνεται ότι η έμπνευση για τη νέα μελέτη προήλθε από την αγάπη για την ιστορία του καθηγητή Σταματογιαννόπουλου. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, «υπάρχουν τόσες θεωρίες για την πληθυσμιακή ιστορία της Ελλάδας, την έλευση των Ελλήνων, τη θεωρία της «Μαύρης Αθηνάς» για την Αφροασιατική προέλευση του κλασικού πολιτισμού, ή την περιβόητη θεωρία του Φαλμεράιερ το 19ο αιώνα για την εξαφάνιση των ελληνικών πληθυσμών κατά το Μεσαίωνα».

Πάντως, να αναφέρουμε ότι η καινούργια μελέτη δεν επιλύει όλα τα μυστήρια του παρελθόντος, αλλά απορρίπτει για πρώτη φορά τη θεωρία πως οι Μυκηναίοι ήταν ένας πληθυσμός με προέλευση πέραν από τον Αιγιακό χώρο, καθώς και τη θεωρία πως οι Μυκηναίοι και οι μετέπειτα αρχαίοι Έλληνες εξαλείφθηκαν κατά το Μεσαίωνα.

Η νέα αυτή μελέτη καταδεικνύει πως υπήρξε συνέχεια στην Ελλάδα από την εποχή των πρώτων γεωργών/κτηνοτρόφων έως και σήμερα, αλλά όχι σε πλήρη απομόνωση, αφού πρόσμειξη τόσο με βόρειους όσο και με ανατολικούς πληθυσμούς έλαβε χώρα τόσο πριν όσο και μετά από την εποχή των Μινωιτών και Μυκηναίων.

Παράλληλα, αποδεικνύει έμπρακτα τη δύναμη της τεχνολογίας του αρχαίου DNA στην επίλυση ιστορικών μυστηρίων, με την ανακάλυψη πως η «αρχαία βορειο-ευρωασιατική» πρόσμειξη στην Κεντρική Ευρώπη από τις στέπες της ανατολικής Ευρώπης πριν από 5.000 χρόνια έφτασε και στη νότιο Ευρώπη τουλάχιστον πριν από 3.500 περίπου χρόνια. Αυτή η αρχαία βορειο-ευρωασιατική πρόσμειξη πιθανόν να αποτελεί τον κρίκο ανάμεσα στους Έλληνες και άλλους γλωσσολογικά συγγενείς λαούς της Ευρώπης και της Ασίας.

 

Αξίζει να σημειωθεί ότι η έρευνα ήταν μια μακροχρόνια προσπάθεια, που από την αρχή της συλλογής του οστεολογικού υλικού μέχρι το τέλος των στατιστικών αναλύσεων πήρε 15 χρόνια για να ολοκληρωθεί. Σημαντικότατη ήταν η συμβολή στην έρευνα των Ελλήνων αρχαιολόγων δρ. Αντώνη Βασιλάκη, δρ. Ελένης Κονσολάκη-Γιαννοπούλου και του καθ. Γεωργίου Κορρέ, της ανθρωπολόγου δρ. Τίνας MacGeorge, του αείμνηστου καθ. Μανόλη Μιχαλοδημητράκη και του ερευνητή του ΕΚΕΦΕ «Δημόκριτος» δρ. Γιάννη Μανιάτη.

ellada

Tags:
  

ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ:      ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΤΕ: