Σκληρός χειμώνας: Τρέχουν για ξύλα, αντλίες θερμότητας και κόβουν τις διακοπές

Την ισορροπία ανάμεσα στο δυσθεώρητο κόστος απεξάρτησης από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα και στη διασφάλιση ενεργειακής επάρκειας αναζητούν οι περισσότερες χώρες του πλανήτη, καθώς όσο το ημερολόγιο δείχνει προς το φθινόπωρο, στερεύουν πιθανές πηγές ανεφοδιασμού σε φυσικό αέριο και πετρέλαιο, αλλά και οι όποιες ελπίδες για εναλλακτικές μορφές ενέργειας, φέρνοντας ιδίως την Ευρώπη απέναντι σε μια πρωτοφανή και γενικευμένη κρίση. Ηδη χωρίς το τελευταίο της οχυρό, δηλαδή τη μεταφορά εκατομμυρίων τόνων εμπορευμάτων μέσω του ποταμού Ρήνου, η Γερμανία καλείται τώρα να αμυνθεί απέναντι όχι μόνο στην επέλαση του ψυχρού χειμώνα, αλλά και των καυτών τιμολογίων της Gazprom, η οποία προσδιόρισε στα μέσα της εβδομάδας τη μέση τιμή του εξαγόμενου φυσικού αερίου στα 730 δολάρια ανά 1.000 κ.μ. (έναντι 304,6 δολαρίων ανά 1.000 κ.μ. πέρυσι), σκορπώντας ρίγη πανικού στην Ε.Ε.

Ο ρωσικός ενεργειακός κολοσσός γνωστοποίησε μαζί με τον νέο του «τιμοκατάλογο» και την πρόθεσή του να μειώσει έτι περαιτέρω τις διαθέσιμες ποσότητες προς την ευρωπαϊκή ήπειρο, με στραμμένο το ενδιαφέρον του στην ασιατική ζήτηση για πετρέλαιο, στενεύοντας κι άλλο τα περιθώρια αντίδρασης για το Βερολίνο. Στον πόλεμο της Gazprom, η πτώση της στάθμης των νερών στον δεύτερο μεγαλύτερο ποταμό της κεντρικής Ευρώπης, ως ορατή συνέπεια της κλιματικής αλλαγής, οδηγεί σχεδόν αναπόδραστα στη μείωση του όγκου των φορτίων, αλλά και σε αναγκαστικές καθυστερήσεις στην παράδοση, επιβραδύνοντας συνακόλουθα τον ρυθμό της βιομηχανικής παραγωγής και τελικά της γερμανικής οικονομίας, καθώς μέσω του Ρήνου μεταφέρεται ο κύριος όγκος άνθρακα, ο οποίος αναδεικνύεται σε καταλύτη της γερμανικής απεξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο.


Μέσω του Ρήνου μεταφέρονται εκατομμύρια τόνοι εμπορευμάτων, αλλά και ο κύριος όγκος άνθρακα. Η πτώση της στάθμης των νερών του ποταμού, όμως, οδηγεί στη μείωση του όγκου των φορτίων, αλλά και σε αναγκαστικές καθυστερήσεις στην παράδοση, επιβραδύνοντας τον ρυθμό της βιομηχανικής παραγωγής και τελικά της γερμανικής οικονομίας

Τα μετρα Σολτς

Σε αυτό το τοπίο ο Γερμανός καγκελάριος Ολαφ Σολτς έσπευσε να εξαγγείλει τη μείωση του ΦΠΑ στο φυσικό αέριο στο 7%, σε μια προσπάθεια να αντισταθμίσει τις κοινωνικές αντιδράσεις από τη μετακύλιση του ενεργειακού κόστους στους καταναλωτές μετά την έκτακτη εισφορά αερίου 2,419 λεπτά/kWh, η οποία ανακοινώθηκε πριν από λίγες ημέρες μέχρι το τέλος Μαρτίου του 2024. Παρά το «ψαλίδι» στον ΦΠΑ, ο οριζόντιος φόρος λειτουργεί μάλλον συσσωρευτικά, όταν το 40% των Γερμανών αναμένει επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης τους επόμενους μήνες (σύμφωνα με έρευνα του δημόσιου δικτύου ZDF), ζητώντας νέες πρωτοβουλίες στήριξης από πλευράς της κυβέρνησης.

Μολονότι η προσπάθεια του Ολαφ Σολτς να αναχαιτίσει την επιβάρυνση των νοικοκυριών από την «ασφυξία» της Gazprom μεταφράζεται σε 30 δισ. ευρώ, ο υψηλός πληθωρισμός, το κύμα ανατιμήσεων και συνακόλουθα η βίαιη υποχώρηση του βιοτικού επιπέδου προβληματίζουν σοβαρά τους Γερμανούς. Δρώντας κατά μόνας, σε εντυπωσιακά επίπεδα κυμαίνεται τις τελευταίες ημέρες η προμήθεια των γερμανικών νοικοκυριών σε καυσόξυλα, αφού η τιμή τους εκτιμάται ότι θα τριπλασιαστεί μέχρι το νέο έτος. Παράλληλα, σε λίστα αναμονής με ορίζοντα το καλοκαίρι του 2023 εντάσσονται σωρηδόν Γερμανοί καταναλωτές που επιθυμούν την κατασκευή τζακιών στις κατοικίες τους, ενώ περισσότερες από 60.000 αιτήσεις για συστήματα θέρμανσης βιομάζας έχουν κατατεθεί στην αρμόδια Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Οικονομικών Υποθέσεων και Ελέγχου Εξαγωγών από τις αρχές του 2022.

Αναζητώντας σανίδα σωτηρίας από τον ρωσικό… καύσωνα τον φετινό χειμώνα, ανάρπαστες έχουν γίνει το τελευταίο διάστημα στη Γερμανία και οι αντλίες θερμότητας. Κατά τις εκτιμήσεις της Ομοσπονδίας της Γερμανικής Βιομηχανίας Θέρμανσης, τουλάχιστον 25% περισσότερες νέες αντλίες θερμότητας παραδόθηκαν το α’ φετινό εξάμηνο σε σχέση με πέρυσι, τη στιγμή που οι πωλήσεις μονάδων θέρμανσης αερίου κατέγραψαν πτώση 10%, σύμφωνα με την εφημερίδα «Handelsblatt», η οποία κάνει λόγο για «την πρώτη απόδειξη μιας θεμελιώδους αλλαγής» στον τομέα της θέρμανσης.

Στόχος της κυβέρνησης Σολτς είναι, άλλωστε, η εγκατάσταση 500.000 αντλιών μέχρι το 2024, όταν μόνο πέρυσι εγκαταστάθηκαν στη Γερμανία περίπου 154.000 αντλίες, παρά το υψηλό κόστος τους. Παρά τις εργώδεις προσπάθειες των Γερμανών καταναλωτών να επιταχύνουν την ενεργειακή τους απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο, ο ενεργειακός πανικός λειτουργεί εν μέρει ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία, παγώνοντας τη ζήτηση στη γερμανική αγορά, ενώ την ίδια ώρα συμπαρασύρει δραματικά προς τα πάνω το κόστος της ενέργειας για εκατομμύρια νοικοκυριά.

Ακόμα και οι γερμανικοί βιομηχανικοί κολοσσοί λαμβάνουν έκτακτα μεν, αλλά πολύ αυστηρά μέτρα ενεργειακής εξοικονόμησης, αφήνοντας εντέλει κενό τον χώρο των επενδύσεων, όπου αναδύονται μοναδικές ευκαιρίες για προνομιακούς συνομιλητές του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν, με τελευταίο παράδειγμα την ανάπτυξη μονάδων παραγωγής μπαταριών για τη γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία στην Ουγγαρία. Διανύοντας μόλις τον Αύγουστο, το 65% των Γερμανών πολιτών ζητά επιτακτικά παράταση στη λειτουργία των τριών πυρηνικών εργοστασίων της χώρας (πέραν του ερχόμενου Δεκεμβρίου), με την ομοσπονδιακή κυβέρνηση να εμφανίζεται ανοιχτή σε μια τέτοια προοπτική, σύμφωνα με τη «Wall Street Journal».


Ωστόσο, και στην περίπτωση που όλες οι εφεδρείες λειτουργήσουν, τα αποθέματα φυσικού αερίου θα κρατήσουν ζωντανή τη χώρα μόνο για δυόμισι μήνες, όπως επισήμανε το ειδησεογραφικό δίκτυο Bloomberg, ακόμη και αν η αποθήκευση αγγίξει το 95% τον προσεχή Νοέμβριο. Η έκδηλη αγωνία των Γερμανών καταναλωτών μπροστά στο ενδεχόμενο να ξεμείνουν νωρίς από… πυρομαχικά καθίσταται εν μέρει εύλογη μετά την άρνηση της Νορβηγίας να προμηθεύσει το Βερολίνο με πρόσθετο φυσικό αέριο, με τον πρωθυπουργό Γιόνας Γκαρ Στέρε να ξεκαθαρίζει ότι η προσφορά της χώρας του έχει φτάσει στο μάξιμουμ, χωρίς κανείς να μπορεί να εγγυηθεί με ασφάλεια πως πρόκειται για τη μοναδική άρνηση που θα εισπράξει από εδώ και στο εξής η Γερμανία.

Απειλή ξηρασίας

Στην ευρωπαϊκή κούρσα εξασφάλισης ικανών ενεργειακών αποθεμάτων, σε καθοριστική μεταβλητή αναδεικνύεται η κλιματική αλλαγή, καθώς μετά τον ποταμό Ρήνο σε ρεκόρ πτώσης της στάθμης τους οδεύουν διάφοροι ποταμοί στη Γαλλία, οι οποίοι συνέβαλαν μέχρι πρότινος στην ψύξη των πυρηνικών αντιδραστήρων της χώρας, οι οποίοι καλύπτουν το 70% των γαλλικών αναγκών σε ενέργεια. Ηδη το υψηλό ενεργειακό κόστος ώθησε μεγάλη μερίδα των Γάλλων πολιτών να περικόψει το αρχικό πλάνο των διακοπών μειώνοντας τη διάρκειά τους, προκειμένου να κρατήσει δυνάμεις από τον Αύγουστο για τον ερχόμενο χειμώνα, όταν ο πληθωρισμός της χώρας σκαρφάλωσε στο 6,8% τον προηγούμενο μήνα.

Τις προληπτικές ενέργειες περιστολής δαπανών των Γάλλων καταναλωτών απέναντι στο αυξανόμενο κόστος ζωής τους επόμενους μήνες δεν κατάφερε να φρενάρει ούτε το γαλαντόμο νομοσχέδιο της κυβέρνησης Μακρόν, το οποίο προβλέπει αυξήσεις σε συντάξεις και μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων και σε κοινωνικές παροχές, απελευθέρωση από τους φόρους για τα μπόνους των στελεχών του ιδιωτικού τομέα μέχρι τα 6.000 ευρώ, αλλά και ενίσχυση της επιδότησης στη βενζίνη από τα 18 λεπτά στα 30 λεπτά ανά λίτρο για το επόμενο δίμηνο.

Στον αντίποδα, τόσοι οι Γάλλοι όσο και οι Ισπανοί και Πορτογάλοι τάσσονται τώρα υπέρ της κατασκευής αγωγού φυσικού αερίου που θα τροφοδοτεί -με αφετηρία την Ιβηρική χερσόνησο- όλη την Κεντρική Ευρώπη, κατόπιν σχετικής έκκλησης του Βερολίνου. Η κατασκευή ενός μέρους του φαντάζει εφικτή σε ορίζοντα εννέα μηνών, τη στιγμή που η Μαδρίτη διαθέτει ήδη έξι τερματικούς σταθμούς υγροποιημένου φυσικού αερίου, ανοίγοντας τον θαλάσσιο δρόμο των εισαγωγών, με στόχο τη μαζική συμβολή της στην ευρωπαϊκή απεξάρτηση από τη Ρωσία.


Βρέχει ντίζελ

Σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, λύση από τη θάλασσα φαίνεται να δίνει προσώρας και η τροφοδοσία της ευρωπαϊκής ηπείρου με ντίζελ, καθώς προς τα λιμάνια της κατευθύνεται τις τελευταίες ημέρες στόλος πέντε πλοίων που μεταφέρει ντίζελ από την Ινδία, κουβαλώντας συνολικά 3 εκατομμύρια βαρέλια, σύμφωνα με στοιχεία της Vortexa. Λόγω των έκτακτων συνθηκών, πρόκειται για τον μεγαλύτερο αριθμό βαρελιών ανά ημέρα που έχει διακινηθεί το τελευταίο πεντάμηνο, δεδομένου ότι το κόστος του ντίζελ είναι προσβάσιμο ακόμη για τις ευρωπαϊκές αγορές, ενώ η υπερπροσφορά πετρελαίου στην Ινδία και η επιβράδυνση στην κινεζική οικονομία (με τη Nomura και την Goldman Sachs να αναθεωρούν προς τα κάτω τις προβλέψεις τους για φέτος) είχαν διατηρήσει τον μαύρο χρυσό σε χαμηλά εξαμήνου, τα οποία ωστόσο αφήνει πίσω τα τελευταία εικοσιτετράωρα.

Η αξιοποίηση του πετρελαίου ως υποκατάστατου των ρωσικών ορυκτών καυσίμων έχει, άλλωστε, υπερβεί τις αρχικές προσδοκίες, καθώς η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας εκτιμά ότι η παγκόσμια ζήτηση για πετρέλαιο πρόκειται να αυξηθεί κατά 380.000 βαρέλια ημερησίως, συντριπτικά επικεντρωμένη στη Μέση Ανατολή και την Ευρώπη. Στην αύξηση της ζήτησης του πετρελαίου συνηγορεί και το γεγονός ότι παραμένει κάτω από το όριο των 100 δολαρίων ανά βαρέλι, απέχοντας παρασάγγας από την τρέχουσα τιμή του φυσικού αερίου.

Τον προβληματισμό των αναλυτών απέναντι στο ενδεχόμενο κλιμάκωσης των τιμών του πετρελαίου επιτείνει, ωστόσο, η έλλειψη στρατηγικών επενδύσεων τα τελευταία χρόνια από πλευράς των πετρελαϊκών εταιρειών ελλείψει ζήτησης, με αποτέλεσμα η τρέχουσα παραγωγή να απέχει λίγο από το ταβάνι, αγχώνοντας τους Ευρωπαίους για το τι μέλλει γενέσθαι, αν τα ενεργειακά αποθέματά τους αρχίζουν να συρρικνώνονται επικίνδυνα γύρω στα φετινά Χριστούγεννα.

Στο χειρότερο σενάριο, μια πιθανή προστατευτική κίνηση της Κίνας απέναντι στους υδρογονάνθρακές της μπορεί να αναπροσαρμόσει ακόμη περισσότερο τις τιμές του πετρελαίου προς τα πάνω, στερώντας τις ευρωπαϊκές αγορές από ζωτικά, στην κυριολεξία, αποθέματα. Ρόλο-κλειδί στο παζλ του πετρελαίου εξακολουθεί να διατηρεί και το Ιράν, καθώς η δυναμική επιστροφή του στην πετρελαιοπαραγωγή ενδέχεται να συγκρατήσει τις τιμές, την ώρα που σε νέες «υποχωρήσεις» φέρεται να προέβη τις τελευταίες ώρες η Ουάσινγκτον, σύμφωνα με το Iran International, προκειμένου να αμβλύνει την απόσταση που τη χωρίζει από την Τεχεράνη, ως προς την επίτευξη συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα της χώρας.

Σε ένα καλοκαίρι αρνητικών εκπλήξεων για εκατομμύρια καταναλωτές, τις αυγουστιάτικες θάλασσες μονοπώλησαν τα φορτία ρωσικού αργού πετρελαίου που, εκτός από την Κίνα και την Ινδία (όπου παρουσίασαν ελαφρά κάμψη), είχαν ως τελικές αποδέκτριες την Ολλανδία, την Ιταλία και την Τουρκία, παρά τις κυρώσεις της Ε.Ε. κατά της Μόσχας. Μετά από επτά κύματα ευρωπαϊκών αντίμετρων, οι ροές ρωσικού αργού πετρελαίου προς την Αμβέρσα και το Αμστερνταμ εκτινάχθηκαν στις αρχές του μήνα, ενώ η ρωσικών συμφερόντων Lukoil στέλνει μεγαλύτερες ποσότητες αργού πετρελαίου τις τελευταίες ημέρες στη Σικελία, καθώς ο ρωσικός κολοσσός έχει καταφέρει να ξεγλιστρήσει από τις άμεσες ευρωπαϊκές κυρώσεις, τουλάχιστον μέχρι νεωτέρας.

.

  

ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ:      ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΤΕ: