Μακρόν ή Λεπέν; Τι θα γίνει αν εκλεγεί πρόεδρος στη Γαλλία ο Ευρωπαίος μεταρρυθμιστής ή… η φίλη του Πούτιν

Ο πρόεδρος Μακρόν που προηγείται σε όλες τις δημοσκοπήσεις σημαίνει συναγερμό για το μέλλον της Ευρώπης — Υπόσχεται γενναίες μεταρρυθμίσεις στην Υγεία και την Παιδεία, ενώ εξήγγειλε νέες μειώσεις φόρων, αλλά και αύξηση του ΑΕΠ — Η Λεπέν προπαγανδίζει υπέρ της Ρωσίας και θέλει χαλαρή παρουσία της (πυρηνικής) Γαλλίας σε Ε.Ε. και ΝΑΤΟ, ενώ κρύβει κάτω από το χαλί τον εθνικισμό και τη μισαλλοδοξία

Αντίστροφη μέτρηση για τον κρίσιμο αυριανό δεύτερο γύρο των γαλλικών προεδρικών εκλογών και όλη η Ευρώπη παρακολουθεί με  κοµµένη την ανάσα. Η επανεκλογή του Εμανουέλ Μακρόν εγγυάται το µέλλον του γαλλογερµανικού άξονα και την παραµονή της Γαλλίας στη ∆ύση, ενώ µία νίκη-έκπληξη της Μαρίν Λεπέν, φίλης του Πούτιν, θα οδηγούσε ολόκληρη την Ενωµένη Ευρώπη σε «αχαρτογράφητα νερά».

Μετά τον «πολιτικό σεισµό» του πρώτου γύρου, ο 44χρονος Μακρόν, πρώην µεγαλοστέλεχος επενδυτικής τράπεζας και απόφοιτος της Εθνικής Σχολής ∆ιοίκησης (ΕΝΑ), της «µήτρας» της γαλλικής πολιτικής ελίτ -αφού έχει αναδείξει έως τώρα 4 προέδρους και 8 πρωθυπουργούς, παρότι ο ίδιος την απείλησε κατά την προεδρική θητεία του µε λουκέτο- καλείται τώρα να βουτήξει βαθιά στην αριστερή δεξαµενή του Ζαν-Λικ Μελανσόν, για να «κλειδώσει» την επάνοδό του στο Ελιζέ, αν και προηγείται της Λεπέν σε όλες τις δηµοσκοπήσεις.


«Αγάπη, ξέχασα την Αριστερά», ήταν ο τίτλος της «Liberation», καταδεικνύοντας το επείγον της αριστερής στροφής του προέδρου Μακρόν προκειµένου να φτάσει στη νίκη µέσα από το προοδευτικό ηµισφαίριο του εκλογικού σώµατος -και δη στους ψηφοφόρους του αριστερού Μελανσόν (21,95%) και του ευρωβουλευτή των Πρασίνων Γιανίκ Ζαντό (4,6%)-, καθώς οι δεξαµενές και οι εκλογικοί µηχανισµοί της σοσιαλδηµοκρατίας είχαν εξαϋλωθεί στην αναµέτρηση του 2017.

Κάνοντας, ωστόσο, βήµατα προσέγγισης προς τα προοδευτικά κοινά, αλλά και όσους επέλεξαν την αποχή (σε ποσοστό 26,31%), ο Μακρόν έτεινε τις τελευταίες ηµέρες χείρα φιλίας προς το ακροατήριο της γαλλικής Αριστεράς και των Οικολόγων, υποσχόµενος ταυτόχρονα γενναίες µεταρρυθµίσεις στην Υγεία και την Παιδεία, την επόµενη διετία.

Ανοιχτός σε υποχωρήσεις εµφανίστηκε και προς τα δεξιά, προβάλλοντας για τα ζητήµατα εσωτερικής ασφάλειας αφενός την ανάγκη µεταρρύθµισης της Συνθήκης Σένγκεν και αφετέρου την επιτάχυνση των διαδικασιών παροχής ασύλου

Επιχειρώντας µε την είσοδό του στον δεύτερο γύρο να επανεκκινήσει το προεκλογικό κοντέρ, εξήγγειλε ακόµη νέες µειώσεις φόρων, αλλά και αύξηση του ΑΕΠ, ώστε να µην επιβαρυνθεί το δηµόσιο χρέος της χώρας.

Αριστερή στροφή

Την αριστερή στροφή του Μακρόν πριµοδοτεί επιπλέον το προοδευτικό του παρελθόν, δεδοµένου ότι υπήρξε ενεργό µέλος του Σοσιαλιστικού Κόµµατος της Γαλλίας την τετραετία 2006-2009, καθώς βρέθηκε στο πλάι του Σοσιαλιστή προέδρου Φρανσουά Ολάντ αρχικά ως αναπληρωτής γενικός γραµµατέας στο Ελιζέ (στην κορυφή δηλαδή της υπηρεσιακής πυραµίδας των κρατικών λειτουργών), µετέπειτα ως οικονοµικός σύµβουλος της Γαλλικής Προεδρίας και αναλαµβάνοντας εκτελεστικά καθήκοντα, εντέλει, ως υπουργός Οικονοµικών και Οικονοµίας τον Αύγουστο του 2014, στη θέση του Αρνό Μοντεμπούργκ.

Η παρουσία του άγνωστου Μακρόν στο περιβάλλον του Σοσιαλιστή προέδρου Ολάντ έγινε αισθητή λίγο µετά το 2010, αν και υπήρξε πολυκύµαντη. Ανάµεσα στους κοινούς τόπους των δύο ανδρών συγκαταλέγεται η προσωπική σχέση αµφότερων µε τον Γάλλο Οικονοµολόγο, πρώην σύµβουλο του Φρανσουά Μιτεράν και έναν από τους πιο επιδραστικούς διανοούµενους παγκοσµίως, τον Ζακ Αταλί.


Ο τελευταίος ανέδειξε τον Ολάντ στους κόλπους του γαλλικού Σοσιαλιστικού Κόµµατος και αργότερα έπιασε από το χέρι τον Μακρόν, παρουσιάζοντάς τον στον πρόεδρο Ολάντ ως ικανό να εργαστεί στο Ελίζε. Ο Μακρόν είχε θητεύσει νωρίτερα δίπλα στον Αταλί στην επιτροπή που ο γνωστός οικονοµολόγος είχε συστήσει µε στόχο την «απελευθέρωση της ανάπτυξης», καταρτίζοντας µια λίστα µε δραστικές µεταρρυθµίσεις, τις οποίες η χώρα είχε άµεση ανάγκη για την επανεκκίνησή της, συνθέτοντας -εν αγνοία του- την αρχή του αφηγήµατος για το κατοπινό κόµµα «Εµπρός!» του Μακρόν.

Ακόµη, όµως, και για τον µπαρουτοκαπνισµένο Αταλί, ο νεαρός τραπεζίτης Μακρόν έδειχνε από τότε «ανυπόµονα φιλόδοξος», όπως παρατήρησε ο ίδιος, παρότι η ταχύτητα ανάδειξής του σε κεντρική φυσιογνωµία της γαλλικής πολιτικής σκηνής αποδείχθηκε ιλιγγιώδης.

Αν και ο Μακρόν -µετέχοντας στο επιτελείο του Ολάντ- είχε πολλάκις διαφωνήσει µε τις πολιτικές φορολόγησης του µεγάλου πλούτου και ιδίως των µεγάλων γαλλικών εταιρειών -κερδίζοντας και χάριν αυτού αργότερα το προσωνύµιο «Πρόεδρος των πλουσίων»- ανεδείχθη τελικά ο µεγάλος κερδισµένος της παρτίδας, καθώς όταν το 2014 ο τότε πρόεδρος της Γαλλίας ανακοίνωσε αιφνιδιαστικά φοροελαφρύνσεις ύψους 40 δισ. ευρώ για τις γαλλικές εταιρείες, τοποθέτησε τον Μακρόν στη θέση του αρµόδιου υπουργού, ως εγγυητή της εξαγγελίας του.

Αναβαπτισµένος από τον ανασχηµατισµό, ο νυν πρόεδρος διαµορφώνει την επόµενη διετία µια προσωπική ατζέντα, ηγούµενος των µεταρρυθµίσεων και για την αγορά εργασίας, στη Γαλλία των πανίσχυρων εργατικών συνδικάτων και των θεµελιακών εργασιακών δικαιωµάτων.


Παρ’ όλα αυτά, ο Μακρόν δεν διστάζει να περιγράψει το 2015 ως παρωχηµένο για τους αναπτυξιακούς στόχους της χώρας το καθεστώς εργασίας των 35 ωρών εβδοµαδιαίως, προκαλώντας σοκ ακόµη και στο εσωτερικό του κυβερνητικού σχήµατος.

Οι σχέσεις του µε τον πρωθυπουργό της χώρας Μανουέλ Βαλς επιδεινώνονται δραµατικά και στον ανασχηµατισµό του 2016 ο πρόεδρος νιώθει την αύρα της δυσµένειας, παρότι διατηρεί το χαρτοφυλάκιό του.

∆ύο µήνες µετά, στις 6 Απριλίου, κάνει το µεγάλο βήµα προς τα «Εµπρός!», παρουσιάζοντας το οµώνυµο και -«απολιτίκ», κατά τους αντιπάλους του- κίνηµα, µε αποτέλεσµα να βάλει φωτιά στα επιτελεία των υποψηφίων των προεδρικών εκλογών του 2017, δεδοµένου ότι η είσοδός του στην προεκλογική κούρσα συνοδεύτηκε από τον ενθουσιασµό του καινούριου.

Η ώρα του… «Εµπρός!»

Πράγµατι, στις 16 Νοεµβρίου του 2016 ο Εµανουέλ Μακρόν ανακοινώνει δηµόσια την υποψηφιότητα για τις προεδρικές εκλογές του επόµενου έτους, συστήνοντας το νεότευκτο κόµµα του «Εµπρός!» και µαζί τους εκατοντάδες υποψηφίους στις 577 εκλογικές περιφέρειες της Γαλλίας, καθώς στη συντριπτική τους πλειοψηφία ήταν παντελώς άσηµοι µέχρι τότε στο ευρύ γαλλικό κοινό.

Στη σύντοµη δήλωση της υποψηφιότητάς του, απολύτως δηλωτική του πολιτικού του στίγµατος, ο Μακρόν διακήρυξε την «έξοδο από το (πολιτικό) στάτους κβο» της Γαλλίας, µε στόχο το «διαζύγιο ανάµεσα σε κυβερνώµενους και κυβερνώντες…». «Η Γαλλία είναι παγιδευµένη από τους κορπορατισµούς και δεν βρίσκεται πλέον στο ύψος των υποσχέσεών της», παρατηρούσε τότε ο Μακρόν, καταλήγοντας πως «αυτό το σύστηµα το αρνούµαι».

Στον αντίποδα, εξήγγειλε µια «δηµοκρατική επανάσταση», µέσα από ένα πρόγραµµα σαρωτικών µεταρρυθµίσεων, µε επίκεντρο την εθνική οικονοµία, αλλά και την ενίσχυση της θέσης της Γαλλίας στον παγκόσµιο ανταγωνισµό.

∆ηλώνοντας, ωστόσο, το 2017 αρνητής του µέχρι γνωστού τότε γαλλικού πολιτικού κόσµου, ο ίδιος έµελλε να εισπράξει τα επίχειρα της καταλυτικής συµβολής του στην κατάρρευση του παραδοσιακού γαλλικού δικοµµατισµού το 2022.

Το άλλοτε κραταιό Σοσιαλιστικό κόµµα, το Parti Socialiste (PS), καταβαραθρώθηκε µπροστά στο «άστρο του Μακρόν», σηµειώνοντας ποσοστό 6,36% υπό τον Μπενουά Αμόν στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών της ίδιας χρονιάς, µε τον 38χρονο, νέο «παίκτη»

Εκτοτε, η σοσιαλδηµοκρατική έκφραση στη Γαλλία τέθηκε σε τροχιά… εξαέρωσης, µε την υποψήφια των Γάλλων Σοσιαλιστών και δήµαρχο του Παρισιού Αν Ινταλγκό να έρχεται 10η στη σειρά κατάταξης στον πρώτο γύρο των φετινών προεδρικών εκλογών, σηµειώνοντας ποσοστό 1,75%.

Στη δεύτερη, ωστόσο, κατά σειρά αναµέτρησή του µε τη Λεπέν, ο Γάλλος πρόεδρος στερείται της εφεδρείας και του έτερου πυλώνα του γαλλικού δικοµµατισµού, δηλαδή των Ρεπουµπλικανών, που απηχούν την παράδοση της γκολικής ∆εξιάς. Παρότι ο υποψήφιός του για την προεδρία το 2017, Φρανσουά Φιγιόν, διασώθηκε του πρώτου γύρου τότε µε ποσοστό 20,01%, καταλαµβάνοντας την τρίτη θέση, το χρίσµα του κόµµατος στη φετινή υποψήφια Βαλερί Πεκρές αποδείχθηκε ολέθριο.

Η υποψήφια των Ρεπουµπλικανών, αν και επικεφαλής της Περιφέρειας του Παρισιού και πρώην υπουργός, καταποντίστηκε µε ποσοστό 4,78%, γράφοντας τους πρώτους τίτλους τέλους για το κόµµα της.

Τα απογοητευτικά αποτελέσµατα αµφότερων των υποψηφίων του Σοσιαλιστικού κόµµατος και των Ρεπουµπλικανών αφήνουν ζωτικό χώρο για την εκκόλαψη λαϊκίστικών και αντισυστηµικών κοµµάτων. Χαρακτηριστικά της αγωνίας των εκφραστών του συστηµικού τόξου να συγκρατήσουν δυνάµεις µπροστά στο τσουνάµι αντισυστηµικότητας υπήρξαν περιστατικά ροπής στη συνωµοσιολογία ακόµα και από ακραιφνής «υποψηφίους της κανονικότητας», όπως στην περίπτωση της Πεκρές.


Ο σηµερινός πρόεδρος της Γαλλίας «τρέχει» να συναντήσει τους ψηφοφόρους του Μελανσόν

Η τελευταία επικαλέστηκε σε προεκλογική συγκέντρωση στο Παρίσι τη γαλλική θεωρία της «Μεγάλης Αντικατάστασης», σύµφωνα µε την οποία οι γηγενείς χριστιανοί Γάλλοι θα υποχωρούν αριθµητικά στο πέρασµα του χρόνου µπροστά στον µουσουλµανικό µεταναστευτικό πληθυσµό µε τη σιωπηρή ανοχή της γαλλικής ελίτ, κίνηση που επικρίθηκε έντονα από το εκλογικό της σώµα. Πάντως, µια εβδοµάδα πριν από τον πρώτο γύρο των εκλογών ο Μακρόν επεφύλαξε εγκωµιαστικά σχόλια υπέρ του κεντροδεξιού προκατόχου του Νικολά Σαρκοζί στην εφηµερίδα «Le Figaro», τα οποία συνέβαλαν µαζί µε την τεχνοκρατική του ατζέντα, στην «υφαρπαγή» και ψήφων της Πεκρές.

Η ίδια εφηµερίδα, ωστόσο, εγκάλεσε τον Μακρόν ως αµήχανο απέναντι στη έντονη ριζοσπαστικοποίηση των µουσουλµάνων που διαβιούν στη Γαλλία, είτε ως απόγονοι τρίτης γενιάς µεταναστών από τη Βόρεια Αφρική, είτε ως µετανάστες και πρόσφυγες.

Αποκορύφωµα της αµηχανίας της κυβέρνησης  υπήρξε το ζήτηµα της ισλαµικής µαντίλας, το οποίο ανακινήθηκε στη διάρκεια της προεδρίας Μακρόν, αφήνοντας πολύτιµο έδαφος στη συνυποψήφιά του, Μαρίν Λεπέν, αλλά και τον ακροδεξιό υποψήφιο Ερίκ Ζεμούρ

Σε προσωπικό επίπεδο, ο Μακρόν υπεραµύνθηκε του γαλλικού κοσµικού κράτους, όπως και του ενταξιακού ρόλου της εκπαίδευσης ως αναχώµατος στον ισλαµικό προσηλυτισµό, ανακοινώνοντας στη διάρκεια της θητείας του µια δέσµη µέτρων κατά της ριζοσπαστικοποίησης. Η δολοφονική επίθεση, όµως, κατά του εκπαιδευτικού Σαµουέλ Πατί, η οποία έφερε κατά τον Γάλλο πρόεδρο όλα τα χαρακτηριστικά «ισλαµικής τροµοκρατικής επίθεσης», έστρεψε τη γαλλική κοινή γνώµη προς τα δεξιά µετά και τα γεγονότα του 2015, προκαλώντας νέο πονοκέφαλο στο επιτελείο του.


Πανδηµία και Ρωσία

Ατυχη, ωστόσο, αποδείχθηκε, η διοίκηση Μακρόν και απέναντι στο «δυνατό της χαρτί», δηλαδή τον σαρωτικό άνεµο µεταρρυθµίσεων, µε επίκεντρο την ανάταξη της εθνικής οικονοµίας.

Η ανάγκη αναδιάρθρωσης του παραγωγικού µοντέλου της χώρας, αλλά και τα σηµάδια κόπωσης στους ρυθµούς ανάπτυξης έδωσαν το έναυσµα να ξεδιπλώσει προεκλογικά το 2017 ένα τολµηρό πρόγραµµα µεταρρυθµίσεων, το οποίο προέβλεπε µειώσεις δαπανών και κάποιες απολύσεις στο ∆ηµόσιο, αύξηση των επενδύσεων στο κοινωνικό κράτος, αλλά, κυρίως, ευελιξία στις εργασιακές σχέσεις και µείωση της φορολογίας στις επιχειρήσεις.

Η µεταρρυθµιστική ορµή, ωστόσο, του προγράµµατος Μακρόν ανακόπηκε αιφνίδια εξαιτίας της πανδηµίας του κορωνοϊού και της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, εντείνοντας τη συρρίκνωση της αγοραστικής δύναµης των Γάλλων. Οι τελευταίοι ερµηνεύουν ως απειλή τη ραγδαία αύξηση του κόστους ζωής τα τελευταία χρόνια, από τη στιγµή που 9.300.000 Γάλλοι (το 15% δηλαδή του γενικού πληθυσµού) ζούσαν το 2020 στα όρια της φτώχειας

Το µεγαλύτερο πλήγµα εντοπίζεται στη νέα γενιά (ιδίως στις ηλικίες 18-24), η οποία εκφράζεται µέσα από µια τάση περιφρόνησης της εκλογικής διαδικασίας, ως απόρροια της έλλειψης προοπτικής (ιδίως για τους κατοίκους των υποβαθµισµένων προαστίων), ενώ κινητοποιείται πολιτικά µέσα από κοινωνικά και ακτιβιστικά κινήµατα, κυρίως µε επίκεντρο την προστασία του περιβάλλοντος.

Αντίθετα, το φετινό ποσοστό του Μακρόν στον πρώτο γύρο, το οποίο ανήλθε σε 27,84%, ελαφρά ενισχυµένο από το αντίστοιχο 24,01% του 2017, προήλθε κυρίως από κεντροδεξιούς ψηφοφόρους ηλικίας άνω των 65 ετών, αλλά όχι από τις κατεξοχήν παραγωγικές ηλικίες 25-64 ετών (εκλογικό κοινό για την Μαρίν Λε Πεν).

Οι παραγωγικές ηλικίες, όµως, είναι αυτές που αντιµετωπίζουν µετωπικά αφενός την υποχώρηση του βιοτικού τους επιπέδου και αφετέρου το ενδεχόµενο αύξησης του ορίου συνταξιοδότησης από τα 62 στα 65 (σ.σ.: η Λεπέν έχει ταχθεί υπέρ της διατήρησης του ορίου των 62 ετών), ενδεχόµενο το οποίο επανέφερε στη φετινή προεκλογική του καµπάνια ο Μακρόν, αυξάνοντας τα επίπεδα φθοράς στο πρόσωπό του, λόγω και των υγειονοµικών περιορισµών της πανδηµίας.


Η µεγαλύτερη, ωστόσο, εστία δυσαρέσκειας προς τον σηµερινό πρόεδρο εκδηλώθηκε στα τέλη του 2018, όταν ξέσπασε το κίνηµα των «Κίτρινων Γιλέκων», φέρνοντας βίαια στην επιφάνεια της δηµόσιας συζήτησης στη Γαλλία το κόστος ζωής.

Μολονότι η ρίζα του εντοπίζεται κυρίως στον αγροτικό χώρο (όπου κυριαρχεί πολιτικά η Λεπέν) λόγω της αύξησης των τιµών των πετρελαιοειδών, στη συνέχεια επεκτάθηκε, σε επίπεδο αιτηµάτων, στις συνθήκες διαβίωσης για τα χαµηλά και µεσαία στρώµατα, ενώ οι κινητοποιήσεις του συνοδεύτηκαν από αιµατηρές συγκρούσεις στους δρόµους του Παρισιού και άλλων γαλλικών µεγαλουπόλεων, οι οποίες προκάλεσαν τελικά την αποδοκιµασία της γαλλικής κοινής γνώµης.

Ως απάντηση στο «µήνυµα» των κινητοποιήσεων, οι οποίες είχαν έντονο άρωµα λαϊκισµού, ο Μακρόν ανακοίνωσε µειώσεις φόρων, όπως αυτός του εισοδήµατος, ύψους συνολικά 5 δισ. ευρώ, αλλά δεν υπαναχώρησε από το µότο του, ότι δηλαδή «οι Γάλλοι πρέπει να εργάζονται για µεγαλύτερο χρονικό διάστηµα διότι ζουν περισσότερα χρόνια», ως προς την εξαγγελία του για τη µεταρρύθµιση του Συνταξιοδοτικού.

Η πρώτη ρωγµή, ωστόσο, στο δόγµα του για τα όρια συνταξιοδότησης εµφανίστηκε στα µέσα της περασµένης εβδοµάδας, οπότε και παρουσιάστηκε διαλλακτικός απέναντι σε έναν συµβιβασµό στα 64 έτη, «κλείνοντας το µάτι» στα αριστερά κοινά.

«Μην κάνετε λάθος, τίποτα δεν έχει αποφασιστεί», έσπευσε να δηλώσει ο Γάλλος πρόεδρος προς τους οπαδούς του, καθώς τον επευφηµούσαν µετά τα αποτελέσµατα του πρώτου γύρου, αναγνωρίζοντας πως ο ίδιος πρωταγωνιστεί στην πλέον αµφίρροπη αναµέτρηση της µεταπολεµικής Γαλλίας

Η αντικειµενική δυσκολία του σηµερινού προέδρου να επικρατήσει άνετα -για δεύτερη φορά- στον δεύτερο γύρο προκύπτει από την αντικειµενική πραγµατικότητα των αριθµών, καθώς η επικεφαλής της Εθνικής Συσπείρωσης εισέρχεται µεν στη δεύτερη φάση της εκλογικής αναµέτρησης µε µικρότερο ποσοστό έναντι του Μακρόν (δηλαδή µε 23,15%), κατά τι αυξηµένο, όµως, από το 21,30% που κατέγραψε στον πρώτο γύρο του 2017, αλλά και µε περισσότερες δυνητικές δεξαµενές ψηφοφόρων, όπως το ποσοστό 7,07% του ακροδεξιού τηλεαστέρα Ερίκ Ζεµούρ, ο οποίος τάχθηκε µετά τον πρώτο γύρο στο πλευρό της, αλλά και πιθανόν του δεξιού Νικολά Ντιπόν-Αϊνιάν, που κατέγραψε 2,1%.

Στα κακά νέα για εκείνη είναι η υψηλή συσπείρωση των ψηφοφόρων της στον πρώτο γύρο, αναζητώντας τη ρεβάνς έναντι του Μακρόν µετά την ήττα του 2017, η οποία δεν επιτρέπει στην 54χρονη δικηγόρο από το βόρειο Νεϊγί-σιρ-Σεν και στερνοπούλι του εθνικιστή ηγέτη και επικεφαλής του Εθνικού Μετώπου, Ζαν-Μαρί Λεπέν, να ελπίσει σε µεγαλύτερη κινητοποίηση της παραδοσιακής εκλογικής της βάσης, αναζητώντας επιτακτικά νέα ακροατήρια.

Η «αποτοξίνωση» της κόρης

Ο «διεµβολισµός» νέων εκλογικών στρωµάτων µετρά αρκετά χρόνια από πλευράς της Λεπέν, η οποία έχει θέσει σε εφαρµογή µια συντονισµένη επιχείρηση αναδόµησης της δηµόσιας εικόνας της, κρύβοντας επιδέξια κάτω από το χαλί τον εθνικισµό, τη µισαλλοδοξία και την ισλαµοφοβία.

Η βιολογικά και ιδεολογικά διάδοχος του πατέρα της πήρε τα ηνία του κόµµατος το 2011 (αν και µέλος του από το 1986), ενώ δεν δίστασε να τον αποκηρύξει δηµόσια, όταν εκείνος χαρακτήρισε τους θαλάµους αερίων των ναζί «λεπτοµέρεια της Ιστορίας», κόβοντας -για λόγους εντυπώσεων- κάθε πιθανότητα καθόδου για τον πλέον δηµοφιλή εθνικιστή στην Ευρώπη, στις περιφερειακές εκλογές, το 2015

Η επιχείρηση «αποτοξίνωσης» της Μαρίν από την πολιτική κληρονοµιά του πατέρα της εντάθηκε στα χρόνια της θητείας του Μακρόν στο Μέγαρο των Ηλυσίων, καθώς η ίδια φαίνεται πως εστίασε στις εστίες της λαϊκής δυσαρέσκειας για να κατασκευάσει ένα πιο mainstream πολιτικό προφίλ στην τρέχουσα αναµέτρηση.


Η Μαρίν Λεπέν επιδιώκει να µισοκρύψει µέχρι την ώρα της κάλπης την πραγµατική της ταυτότητα

Ξεκινώντας από την…ταµπέλα, η Λεπέν µετονόµασε τον πολιτικό φορέα-προίκα από Εθνικό Μέτωπο σε Εθνική Συσπείρωση, νερώνοντας επικοινωνιακά το κοκτέιλ αντισυστηµικότητας, ξενοφοβίας και σοβινισµού, το οποίο αρχικά «σέρβιρε» ως εναλλακτική πολιτική πρόταση προς τον γαλλικό λαό.

Παρότι στο µανιφέστο της υποψηφιότητάς της το 2017 υποσχόταν δραστική µείωση της µετανάστευσης, απέλαση όλων των παράτυπων µεταναστών και περιορισµό της πρόσβασής τους στο επίδοµα στέγασης και την υγειονοµική περίθαλψη, στη φετινή αναµέτρηση εµφανίστηκε µε νέο… λάβαρο, προτάσσοντας αντί για την προστασία των Γάλλων από τον «ισλαµικό φονταµενταλισµό», την… τσέπη τους.

Συγκεκριµένα, υπόσχεται να απαλύνει τις συνέπειες από τον πληθωρισµό και το επακόλουθο κύµα ακρίβειας, αλλά και από την αύξηση των τιµών των καυσίµων, «κοπιάροντας» τη στρατηγική του πρώην προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, για την προσέλκυση της απογοητευµένης «λευκής εργατικής τάξης».

Η απόπειρα «οβιδιακής µεταµόρφωσης» της Λεπέν καταγράφηκε, για τους πιο δύσπιστους, καρέ-καρέ, µε την ίδια να αγκαλιάζει -πάντως όχι θερµά και µε όλα τα δάχτυλα της παλάµης της- µια µαύρη γυναίκα στη Γουαδελούπη, άλλοτε γαλλική αποικία, προκειµένου να διασκεδάσει τις εντυπώσεις περί των ρατσιστικών της θέσεων, µε το συγκεκριµένο φωτογραφικό στιγµιότυπο να γίνεται, ωστόσο, γρήγορα viral στα µέσα κοινωνικής δικτύωσης διεθνώς

Στην ανακαινισµένη δηµόσια εικόνα της, η Λεπέν προβάλλει ως η Γαλλίδα της διπλανής πόρτας περιοδεύοντας σε χωριά ανά την επικράτεια. Ακόµη, ως µάνα τριών παιδιών (µε δύο διαζύγια), µε λατρεία στις γάτες της Βεγγάλης, ανησυχούσα για τον εκτροχιασµό του γαλλικού οικογενειακού προϋπολογισµού, την αγροτιά και την ανεργία, επιχειρεί να σβήσει από τη συλλογική µνήµη την παλιά της εικόνα, αυτή που ξεκινούσε από τις ύβρεις και επιθέσεις κατά µεταναστών και κατέληγε στα εξώφυλλα του «Playboy».

Η υποψήφια του Frexit

Παρά τις προσπάθειες να ρίξει τους τόνους, το ρατσιστικό, αντισηµιτικό και αντιφεµινιστικό παρελθόν της Μαρίν Λεπέν την ακολουθεί. Οι χρήστες των κοινωνικών δικτύων δεν παραγράφουν την κίνησή της να δηµοσιοποιήσει στο Τwitter φωτογραφίες µε ωµότητες του Ισλαµικού Κράτους, ενώ δεν φείδεται ευκαιρίας να επιτεθεί µε κάθε τρόπο στο ευρωπαϊκό κεκτηµένο.

Την ευρωσκεπτικιστική της στάση δεν φρέναρε ούτε η συνεχόµενη εκλογή της στο Ευρωκοινοβούλιο από το 2004, µε την ίδια να τάσσεται σταθερά υπέρ της αναθεώρησης του πλαισίου µετανάστευσης στην Ενωση, αλλά και του χώρου Σένγκεν χωρίς διαβατήρια.

Στην «ανακαινισµένη» της φετινή ρητορική έχουν αφαιρεθεί επιµελώς υπόνοιες περί εξόδου της Γαλλίας από την Ε.Ε. µε τη Λεπέν να δηλώνει πως δεν έχει κρυφή ατζέντα απέναντι στην Ενωση την εποµένη του πρώτου γύρου των εκλογών, µολονότι οι αναλυτές δυσκολεύονται να αποδεχθούν το ειλικρινές της δήλωσής της, επισηµαίνοντας πως προπαγανδίζει µια πιο χαλαρή εκδοχή της γαλλικής παρουσίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο, µε ένα ενδεχόµενο Frexit, ωστόσο, να εµφανιστεί ως αποτέλεσµα της χαλάρωσης.


Η φίλη του Πούτιν

Επίσης χαλαρό οραµατίζεται η Λεπέν και το γαλλικό µέλλον στη Βορειοατλαντική Συµµαχία, αφού πρόσφατα διακήρυξε πως «αν εκλεγώ πρόεδρος, θα εγκαταλείψω την ολοκληρωµένη διοίκηση (του ΝΑΤΟ) αλλά δεν θα αποκηρύξω το άρθρο 5 της Βορειοατλαντικής Συνθήκης και τη εφαρµογή του, για τη συλλογική ασφάλεια, ακριβώς λοιπόν όπως ήταν πριν από το 2009», προκαλώντας αναταράξεις στις ευρωατλαντικές σχέσεις, σε µια εξαιρετικά κρίσιµη συγκυρία, µετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.

Παρά την κριτική, εν µέρει βάσιµη, που δέχεται ο Μακρόν ότι µπήκε στον προεκλογικό αγώνα µε τεράστια καθυστέρηση, η πρόσδεσή του στο ευρωπαϊκό ιδεώδες είναι κάτι περισσότερο από αυτονόητη.

Επενδύοντας -και εκλογικά- στη διεθνή ακτινοβολία του ως ο «συνοµιλητής της Ευρώπης» ανάµεσα στα δύο αντιµαχόµενα µέρη, µετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, υπερασπίστηκε µε σθένος το ευρωπαϊκό κεκτηµένο, αλλά και το βεστφαλιανό δικαίωµα της κρατικής κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας, χωρίς αστερίσκους.

Η συνυποψήφιά του, όµως, προέταξε τις τελευταίες ηµέρες την ανάγκη µιας «στρατηγικής προσέγγισης µεταξύ του ΝΑΤΟ και της Ρωσίας», θεωρώντας µάλιστα τη Μόσχα βασικό πυλώνα για την αρχιτεκτονική ασφάλειας στη Γηραιά Ηπειρο.

Οι δεσµοί, άλλωστε, της Λεπέν µε τον Ρώσο πρόεδρο Πούτιν µετρούν χρόνια και εντείνουν τον σκεπτικισµό των Γάλλων ψηφοφόρων εναντίον της, παρότι η ίδια απέσυρε άρον-άρον, υπό τον φόβο των αντιδράσεων, προεκλογικό φυλλάδιο της καµπάνιας της στο οποίο απεικονιζόταν ένα τετ α τετ της µε τον Ρώσο ηγέτη

Πίσω στον χρόνο, το κόµµα της είχε δανειστεί 9,4 εκατ. ευρώ (µε επιτόκιο 6%) το 2014 από αµφιλεγόµενη ρωσική τράπεζα, η οποία τέθηκε σε καθεστώς εκκαθάρισης, µε αποτέλεσµα το δάνειο του πολιτικού φορέα της γαλλικής Ακροδεξιάς να µεταβιβαστεί, στα τέλη του 2016, στην εταιρεία εφοδιασµού αεροσκαφών Aviazapchast που διευθύνεται από πρώην στρατιωτικούς.


Εναν χρόνο µετά, τον Μάρτιο του 2017, ο πρόεδρος Πούτιν υποδέχτηκε εγκάρδια τη Λεπέν ως υποψήφια για την προεδρία, ενώ εκείνη µε τη σειρά της αρνήθηκε τον φετινό Μάρτιο να τον χαρακτηρίσει «εγκληµατία πολέµου», όπως και να στηρίξει τις οικονοµικές κυρώσεις κατά της Μόσχας, µετά την επίθεσή της κατά της Ουκρανίας.

Παρά τις γνωστές ακροδεξιές θέσεις της, αλλά και τις στενές φιλικές σχέσεις που διατηρεί µε ευρωσκεπτικιστές ηγέτες, όπως ο Βίκτορ Ορμπαν, ζητούµενο στην τελική ευθεία των γαλλικών προεδρικών εκλογών για τους πολιτικούς αναλυτές δεν είναι µόνο αν η εικόνα της Λεπέν έχει καταστεί πιο «κανονική» στα µάτια των Γάλλων ψηφοφόρων, αλλά κυρίως αν έχουν παγιωθεί ως συστηµικά πλέον τα ακροδεξιά και λαϊκιστικά πολιτικά µορφώµατα, όπως και αν η γαλλική κοινωνία τα επιλέγει συνειδητά πλέον ως αντιπροσωπευτικούς εκφραστές της βούλησής της.

  

ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ:      ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΤΕ: